Γράφει η Αργυρώ Χατζηπαναγιώτου
Η σφαγή στο Δήλεσι ή η απαγωγή των "Λόρδων", είναι ένα θλιβερό γεγονός που έλαβε χώρα στην περιοχή της Αττικής του 1870 και της οποίας το τραγικό τέλος δόθηκε στο Δήλεσι:
Στις 29 Μαρτίου 1870 συνέβη, στο Πικέρμι, το ατυχές γεγονός της απαγωγής ξένων, κυρίως Άγγλων, περιηγητών από μία ομάδα ληστών, υπό την ηγεσία των αδελφών Χρήστου και Τάκου Αρβανιτάκη. Η ιστορία της απαγωγής δεν είχε αίσιο τέλος, αφού κατέληξε στην εκτέλεση των ομήρων από τους ληστές και στο διασυρμό της χώρας διεθνώς, τόσο για την αποτυχία των αρχών να ελευθερώσουν τους ομήρους όσο και για την διασύνδεση του υπουργού Στρατιωτικών Σκαρλάτου Σούτσου με τους ληστές.
Από το ξενοδοχείο Αγγλία το πρωί της 29ης Μαρτίου 1870 ξεκίνησαν για μία εκδρομή στον Μαραθώνα ο λόρδος και η λαίδη Μάνκαστερ, ο Φρειδερίκος Βίνερ, ο γραμματέας της αγγλικής πρεσβείας Εδουάρδος Χέρμπερτ, ο Δικηγόρος Λόιντ με τη σύζυγο και την κόρη του, o γραμματέας της ιταλικής πρεσβείας της Αθήνας κόμης Αλβέρτος ντε Μπόιλ, ο Έλληνας ξεναγός, Αλέξανδρος Ανεμογιάννης, υπάλληλος του ξενοδοχείου και ένας Ιταλός υπηρέτης. Στην ομάδα των περιηγητών δόθηκαν ως φρουροί 4 έφιπποι χωροφύλακες.
Μετά την ολοκλήρωση της περιήγησης στον Μαραθώνα και κατά την επιστροφή τους προς την Αθήνα, γύρω στις 4:30 μ.μ δέχτηκαν επίθεση από ομάδα ληστών υπό την αρχηγία των αδελφών Αρβανιτάκη. Κατά την συμπλοκή που ακολούθησε τραυματίστηκαν δύο από τους χωροφύλακες. Οι όμηροι οδηγήθηκαν σε λημέρι στην Πεντέλη. Στη συνέχεια απελευθέρωσαν τις γυναίκες, τους δύο τραυματίες και τον Ιταλό υπηρέτη.
Για την απελευθέρωση των υπολοίπων ομήρων ζητούν 50.000 λίρες Αγγλίας και αμνηστία. Τους όρους αυτούς, όμως, δεν τους δέχεται το ελληνικό κράτος και έτσι αρχίζει καταδίωξη των ληστών με αποτέλεσμα η τελευταία πράξη του δράματος να δοθεί στο Δήλεσι. Ακολουθεί συμπλοκή του μικτού αποσπάσματος, στρατιωτών και χωροφυλάκων με τους ληστές, που είχε ως αποτέλεσμα, οι ληστές να εκτελέσουν τους ομήρους και να σκοτωθούν 10 στρατιώτες. Κάποιοι ληστές διαφεύγουν, 7 αποκεφαλίζονται και 4 συλλαμβάνονται.
Δημιουργήθηκε διπλωματικό επεισόδιο και το ελληνικό κράτος υποχρεώθηκε να δώσει οικονομικές αποζημιώσεις στις οικογένειες των θυμάτων. Κάτω από το βάρος των γεγονότων η κυβέρνηση Ζαϊμη παραιτήθηκε.
Ο ευρωπαϊκός τύπος έπνεε τα μένεα κατά της Ελλάδας χαρακτηρίζοντάς την «φωλέα ληστών και πειρατών», εκφράζοντας την άποψη ότι η Ελλάδα «τίθεται εκτός του κύκλου των εξευγενισμένων κρατών»
Αργότερα στη δίκη των ληστών, ως υποκινητής της απαγωγής κατηγορήθηκε ο Άγγλος τσιφλικάς Φρανκ Νόελ, αλλά αθωώθηκε με βούλευμα. Επίσης, για σχέσεις με τους ληστές κατηγορήθηκε και ο υπουργός Στρατιωτικών Σκαρλάτος Σούτσος, ο οποίος μονομάχησε με τον συνταγματάρχη Παύλο Κορωναίο για να υπερασπιστεί την τιμή του. Ο Σούτσος ήταν μεγαλοτσιφλικάς και χρησιμοποιούσε ληστές για να προστατεύουν τις εκτάσεις του. Τώρα αν είχε ή δεν είχε σχέσεις με τους Αρβανιτάκηδες δεν το ξέρουμε. Είναι όμως γεγονός ότι πολλοί πολιτικοί της εποχής εκείνης χρησιμοποιούσαν ληστές και τοκογλύφους για να πιέζουν τους ψηφοφόρους τους.
Πηγή: Εφημερίδα Αιών, 1870
Το άρθρο όπως δημοσιεύθηκε στην
OtaVoice
Δείτε επίσης:
Η Συνθήκη της Λωζάνης
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου